lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επιπλήττω στα ιταλικά

Λέξη:
επιπλήττω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (7):
ammonire, castigare, esortare, avvertire, avvisare, diffidare, rimproverare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά επιπλήττω, επιπλήττω συνώνυμο, επιπλήττω συνώνυμα, επιπλήττω λεξικό, επιπλήττω κλιση, επιπλήττω αρχικοι χρονοι, επιπλήττω στα ιταλικά, ammonire στα ελληνικά
επιπλήττω στα ιταλικά