lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κυμαίνομαι στα ιταλικά

Λέξη:
κυμαίνομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (13):
alterare, alternare, avvicendare, cambiare, cambio, emendare, modificare, muovere, mutare, scambiare, spostare, tramutare, variare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά κυμαίνομαι, κυμαίνομαι συνώνυμο, κυμαίνομαι συνώνυμα, κυμαίνομαι στα ιταλικά, alterare στα ελληνικά
κυμαίνομαι στα ιταλικά