lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κυμαίνομαι στα γερμανικά

Λέξη:
κυμαίνομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (12):
ablösen, abwechseln, abändern, modifizieren, umwandeln, umwechseln, umziehen, verstellen, verändern, wandeln, wechseln, ändern
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά κυμαίνομαι, κυμαίνομαι συνώνυμο, κυμαίνομαι συνώνυμα, κυμαίνομαι στα γερμανικά, ablösen στα ελληνικά
κυμαίνομαι στα γερμανικά