lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κυμαίνομαι στα πορτογαλικά

Λέξη:
κυμαίνομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (11):
alterar, alterares, alternar, cambiar, modificar, mudar, oscilar, reformar, transformar, trocar, variar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά κυμαίνομαι, κυμαίνομαι συνώνυμο, κυμαίνομαι συνώνυμα, κυμαίνομαι στα πορτογαλικά, alterar στα ελληνικά
κυμαίνομαι στα πορτογαλικά