lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κυμαίνομαι στα νορβηγικά

Λέξη:
κυμαίνομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (10):
avløse, bytte, endra, endre, forandre, omkastning, skifte, utbytte, variere, veksle
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά κυμαίνομαι, κυμαίνομαι συνώνυμο, κυμαίνομαι συνώνυμα, κυμαίνομαι στα νορβηγικά, avløse στα ελληνικά
κυμαίνομαι στα νορβηγικά