lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λευκό στα ιταλικά

Λέξη:
λευκό (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (9):
albume, albumina, bianco, proteina, bianchezza, biancore, candeggiare, imbiancare, sbiancare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά λευκό, λευκό όρος, λευκό φόρεμα, λευκό τυρί, λευκό τσάι, λευκό ποινικό μητρώο, λευκό στα ιταλικά, albume στα ελληνικά
λευκό στα ιταλικά