lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λευκό στα βουλγαρικά

Λέξη:
λευκό (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (2):
белтък, бял
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά λευκό, λευκό όρος, λευκό φόρεμα, λευκό τυρί, λευκό τσάι, λευκό ποινικό μητρώο, λευκό στα βουλγαρικά, белтък στα ελληνικά
λευκό στα βουλγαρικά