lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καρύκευμα στα λευκορωσίας

Λέξη:
καρύκευμα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (2):
прыправа, спецыя
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας καρύκευμα, καρύκευμα στα λευκορωσίας, прыправа στα ελληνικά
καρύκευμα στα λευκορωσίας