lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καρύκευμα στα αγγλικά

Λέξη:
καρύκευμα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (7):
additive, condiment, dressing, flavouring, seasoning, spice, zest
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά καρύκευμα, καρύκευμα στα αγγλικά, additive στα ελληνικά
καρύκευμα στα αγγλικά