lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σακίδιο στα λευκορωσίας

Λέξη:
σακίδιο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (2):
мяшок, рукзак
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας σακίδιο, σακίδιο πλάτης puma, σακίδιο πλάτης polo, σακίδιο πλάτης laptop, σακίδιο πλάτης, σακίδιο επιβίωσης, σακίδιο στα λευκορωσίας, мяшок στα ελληνικά
σακίδιο στα λευκορωσίας