lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φρένο στα λευκορωσίας

Λέξη:
φρένο (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας φρένο, φρένο της αργεντινής στις εισαγωγές, φρένο συρταριών, φρένο στις πρόωρες συντάξεις, φρένο στις αλλαγές των πανελλαδικών εξετάσεων, φρένο σίτασ, φρένο στα λευκορωσίας, тормаз στα ελληνικά
φρένο στα λευκορωσίας