lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περήφανος στα λιθουανική

Λέξη:
περήφανος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-λιθουανική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
λιθουανική περήφανος, περήφανος συνώνυμα, περήφανος στα αυτιά, περήφανος στα αγγλικά, περήφανος που είμαι έλληνας, περήφανος γαμπρός... ξυλοκόπησε τη νύφη, περήφανος στα λιθουανική, išdidus στα ελληνικά
περήφανος στα λιθουανική