lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περήφανος στα γερμανικά

Λέξη:
περήφανος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (5):
hochmütig, stolpert, stolz, deliziös, entzückend
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά περήφανος, περήφανος συνώνυμα, περήφανος στα αυτιά, περήφανος στα αγγλικά, περήφανος που είμαι έλληνας, περήφανος γαμπρός... ξυλοκόπησε τη νύφη, περήφανος στα γερμανικά, hochmütig στα ελληνικά
περήφανος στα γερμανικά