lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ελέγχω στα νορβηγικά

Λέξη:
ελέγχω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (12):
besiktige, etterse, forsøke, kontroll, kontrollere, mønstre, overvåke, prøva, prøve, revidere, reviera, styre
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά ελέγχω, ελέγχω συνώνυμα, ελέγχω στα αγγλικα, ελέγχω προστακτική, ελέγχω κλίση, ελέγχω ελέγχεισ, ελέγχω στα νορβηγικά, besiktige στα ελληνικά
ελέγχω στα νορβηγικά