lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ελέγχω στα ρωσικά

Λέξη:
ελέγχω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (9):
контролировать, надзирать, осматривать, ревизовать, управлять, исследовать, поверять, проверять, сверять
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά ελέγχω, ελέγχω συνώνυμα, ελέγχω στα αγγλικα, ελέγχω προστακτική, ελέγχω κλίση, ελέγχω ελέγχεισ, ελέγχω στα ρωσικά, контролировать στα ελληνικά
ελέγχω στα ρωσικά