lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ναρκώνω στα νορβηγικά

Λέξη:
ναρκώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (2):
bedøve, bedøva
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά ναρκώνω, ναρκώνω συνώνυμο, ναρκώνω στα αγγλικά, ναρκώνω στα νορβηγικά, bedøve στα ελληνικά
ναρκώνω στα νορβηγικά