lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παράνομος στα νορβηγικά

Λέξη:
παράνομος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (7):
illegitim, lagløs, lovløs, lovstridig, uberettiget, ulovlig, urettmessig
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά παράνομος, παράνομοσ συνώνυμο, παράνομος τζόγος βόλος, παράνομος τζόγος, παράνομος πλουτισμός, παράνομος ο φόρος αλληλεγγύης, παράνομος στα νορβηγικά, illegitim στα ελληνικά
παράνομος στα νορβηγικά