lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παράνομος στα αγγλικά

Λέξη:
παράνομος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (8):
forcible, illegal, illegitimate, illicit, lawless, unauthorised, unlawful, wrongful
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά παράνομος, παράνομοσ συνώνυμο, παράνομος τζόγος βόλος, παράνομος τζόγος, παράνομος πλουτισμός, παράνομος ο φόρος αλληλεγγύης, παράνομος στα αγγλικά, forcible στα ελληνικά
παράνομος στα αγγλικά