lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: ομορφιά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
beauty, belle, bono, chic, comeliness, ethereal, fairness, finer, nicer, prettier, prettiness, pulchritude
ομορφιά
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
krasavice, krása, kráska
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schönheit
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
skønhed
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
astro, beldad, belleza, hermosura, lindeza, primor
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
beau, beauté
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
bellezza, bello, splendore
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
skjønnhet
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
краса, красавица, красота
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fägring, skönhet
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
bukuri
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
красавица, красота
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
краса
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
ilu
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kaunotar
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ljepota
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
szépség
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
grožis
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
beleza, lindeza, primor
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
frumuseţe
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
krása
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
врода, краса, красота, красуня
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
piękno, piękność, uroda

Σχετικές λέξεις

ομορφιά στα άκρα, ομορφιά είναι το σχήμα που δίνει στα πράγματα η αγάπη, ομορφιά και υγεία, ομορφιά προσώπου, ομορφιά συνώνυμα, ομορφιά γυναίκα, ομορφιά αποφθέγματα, ομορφιά και ευεξία, ομορφιά μου, ομορφιά γνωμικά