lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αλεύρι στα ουγγρική

Λέξη:
αλεύρι (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική αλεύρι, αλεύρι τύπου 70, αλεύρι που φουσκώνει μόνο του, αλεύρι ντίνκελ, αλεύρι κατηγορίας μ, αλεύρι θερμίδες, αλεύρι στα ουγγρική, liszt στα ελληνικά
αλεύρι στα ουγγρική