lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αλεύρι στα λευκορωσίας

Λέξη:
αλεύρι (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (2):
мука, пакута
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας αλεύρι, αλεύρι τύπου 70, αλεύρι που φουσκώνει μόνο του, αλεύρι ντίνκελ, αλεύρι κατηγορίας μ, αλεύρι θερμίδες, αλεύρι στα λευκορωσίας, мука στα ελληνικά
αλεύρι στα λευκορωσίας