lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αμοιβή στα ουγγρική

Λέξη:
αμοιβή (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (3):
díj, jutalom, pályadíj
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική αμοιβή, αμοιβή τοπογραφικού, αμοιβή τεχνικού ασφαλείας, αμοιβή συμβολαιογράφου 2014, αμοιβή συμβολαιογράφου, αμοιβή μηχανικού, αμοιβή στα ουγγρική, díj στα ελληνικά
αμοιβή στα ουγγρική