lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εκμεταλλεύομαι στα ουγγρική

Λέξη:
εκμεταλλεύομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 14)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (4):
kiaknáz, üzemeltet, felhasznál, kihasznál
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική εκμεταλλεύομαι, εκμεταλλεύομαι συνωνυμο, εκμεταλλεύομαι συνωνυμα, εκμεταλλεύομαι στα αγγλικα, εκμεταλλεύομαι παθητικη, εκμεταλλεύομαι μεταφραση, εκμεταλλεύομαι στα ουγγρική, kiaknáz στα ελληνικά
εκμεταλλεύομαι στα ουγγρική