lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εκμεταλλεύομαι στα ρωσικά

Λέξη:
εκμεταλλεύομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 14)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (2):
использовать, эксплуатировать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά εκμεταλλεύομαι, εκμεταλλεύομαι συνωνυμο, εκμεταλλεύομαι συνωνυμα, εκμεταλλεύομαι στα αγγλικα, εκμεταλλεύομαι παθητικη, εκμεταλλεύομαι μεταφραση, εκμεταλλεύομαι στα ρωσικά, использовать στα ελληνικά
εκμεταλλεύομαι στα ρωσικά