lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ενεργώ στα ουγγρική

Λέξη:
ενεργώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (4):
működni, tevékenykedik, üzemel, eljár
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική ενεργώ, ενεργώ συνώνυμο, ενεργώ συνώνυμα, ενεργώ αντώνυμο, ενεργώ στα ουγγρική, működni στα ελληνικά
ενεργώ στα ουγγρική