lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ενεργώ στα γερμανικά

Λέξη:
ενεργώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (16):
arbeiten, auftreten, behandeln, betätigen, funktionieren, gehandelt, handeln, hergehen, operieren, schaffen, tun, verfahren, vonstatten, vorgehen, wirken, zunehmen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ενεργώ, ενεργώ συνώνυμο, ενεργώ συνώνυμα, ενεργώ αντώνυμο, ενεργώ στα γερμανικά, arbeiten στα ελληνικά
ενεργώ στα γερμανικά