lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ενισχυτής στα ουγγρική

Λέξη:
ενισχυτής (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική ενισχυτής, ενισχυτής σήματος τηλεόρασης, ενισχυτής σήματος κινητής τηλεφωνίας, ενισχυτής σήματος wifi, ενισχυτής σήματος, ενισχυτής κοινού εκπομπού, ενισχυτής στα ουγγρική, erősítő στα ελληνικά
ενισχυτής στα ουγγρική