lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ενισχυτής στα πορτογαλικά

Λέξη:
ενισχυτής (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (2):
amplificador, megafone
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ενισχυτής, ενισχυτής σήματος τηλεόρασης, ενισχυτής σήματος κινητής τηλεφωνίας, ενισχυτής σήματος wifi, ενισχυτής σήματος, ενισχυτής κοινού εκπομπού, ενισχυτής στα πορτογαλικά, amplificador στα ελληνικά
ενισχυτής στα πορτογαλικά