lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευθυγραμμίζω στα ουγγρική

Λέξη:
ευθυγραμμίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (4):
beáll, beállít, felállítani, kiegyenlíteni
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική ευθυγραμμίζω, ευθυγραμμίζω στα ουγγρική, beáll στα ελληνικά
ευθυγραμμίζω στα ουγγρική