lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πεπρωμένο στα ουγγρική

Λέξη:
πεπρωμένο (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (6):
osztályrész, végzet, jávorszarvas, zerge, célállomás, felajánlás
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική πεπρωμένο, πεπρωμένο φυγείν αδύνατον, πεπρωμένο φυγείν αδύνατο, πεπρωμένο σχέσης, πεπρωμένο συνώνυμο, πεπρωμένο στίχοι, πεπρωμένο στα ουγγρική, osztályrész στα ελληνικά
πεπρωμένο στα ουγγρική