lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πεπρωμένο στα ρωσικά

Λέξη:
πεπρωμένο (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (5):
жребий, рок, судьба, удел, предназначение
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά πεπρωμένο, πεπρωμένο φυγείν αδύνατον, πεπρωμένο φυγείν αδύνατο, πεπρωμένο σχέσης, πεπρωμένο συνώνυμο, πεπρωμένο στίχοι, πεπρωμένο στα ρωσικά, жребий στα ελληνικά
πεπρωμένο στα ρωσικά