lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συνεισφορά στα ουγγρική

Λέξη:
συνεισφορά (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (4):
adomány, betét, hozzájárulás, tét
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική συνεισφορά, συνεισφορά των εφοπλιστών, συνεισφορά συνώνυμο, συνεισφορά συνώνυμα, συνεισφορά σημασια, συνεισφορά μετάφραση, συνεισφορά στα ουγγρική, adomány στα ελληνικά
συνεισφορά στα ουγγρική