lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αλλοδαπός στα ουκρανικά

Λέξη:
αλλοδαπός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (19):
далекий, дивний, закордонний, зарубіжний, зовнішній, незнайомий, необізнаний, неорганічний, прибулий, сторонній, чудний, чужий, чужинець, чужоземець, чужою, чужої, чужій, іноземець, іноземний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά αλλοδαπός, αλλοδαπόσ ορισμόσ, αλλοδαπός στα αγγλικά, αλλοδαπός ομόρρυθμος εταίρος, αλλοδαπός ετυμολογία, αλλοδαπός εταίρος επε, αλλοδαπός στα ουκρανικά, далекий στα ελληνικά
αλλοδαπός στα ουκρανικά