lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εντολή στα ουκρανικά

Λέξη:
εντολή (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (29):
буде, давність, диктант, дозволений, дозволити, дозволяти, заборона, замовлення, заповідь, здавати, мусить, наказ, наряд-замовлення, нехай, облік, обряд, ордер, ордерний, положення, правило, призначення, припис, приписання, приписування, регулювання, рецепт, розповідь, розпорядження, хай
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά εντολή, εντολή φορολογικού ελέγχου, εντολή συνώνυμα, εντολή σαμαρά, εντολή πληρωμής, εντολή μετακίνησης, εντολή στα ουκρανικά, буде στα ελληνικά
εντολή στα ουκρανικά