lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εντολή στα φινλανδικά

Λέξη:
εντολή (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (21):
asetus, imperatiivi, johtaa, johtosääntö, järjestys, komennus, käskevä, käskeä, käsky, käskyvalta, lahko, määräys, ohjesääntö, päällikkyys, sivistys, suositus, tilaus, valtakirja, valtuus, veljeskunta, voima
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά εντολή, εντολή φορολογικού ελέγχου, εντολή συνώνυμα, εντολή σαμαρά, εντολή πληρωμής, εντολή μετακίνησης, εντολή στα φινλανδικά, asetus στα ελληνικά
εντολή στα φινλανδικά