lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εντολή στα σουηδικά

Λέξη:
εντολή (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (17):
anförande, anvisning, befallning, befäl, behörighet, bud, dekret, fullmakt, kommando, kommendera, order, påbud, referens, rekommendation, stadga, uppmaning, ärende
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά εντολή, εντολή φορολογικού ελέγχου, εντολή συνώνυμα, εντολή σαμαρά, εντολή πληρωμής, εντολή μετακίνησης, εντολή στα σουηδικά, anförande στα ελληνικά
εντολή στα σουηδικά