lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δαγκώνω στα αγγλικά

Λέξη:
δαγκώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (9):
bite, bug, clash, fret, gnaw, itch, nibble, snap, sting
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά δαγκώνω, τον δαγκώνω, δαγκώνω τη λαμαρίνα, δαγκώνω τη γλώσσα μου, δαγκώνω τα χείλη, δαγκώνω στα γαλλικά, δαγκώνω στα αγγλικά, bite στα ελληνικά
δαγκώνω στα αγγλικά