lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: παλαιστής

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
athlete, wrestler
παλαιστής
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
atlet, bojovník, silák, zápasník
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kämpfer, ringer, ringkämpfer
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
atleta, luchador
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
athlète, bestiaire, champion, combattant, gladiateur, jouter, jouteur, lutteur
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
atleta, lottatore
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bryter
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
борец, спортсмен
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bryter
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
sportlane
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
urheilija
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
birkózó
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
atletas, sportininkas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
atleta
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
atlet
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
borec
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
zápasník
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
атлет, спортсмен
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
zapaśnik

Σχετικές λέξεις

γιάννης παλαιστής, παλαιστής σασθ, ο παλαιστής, καρπόζηλος παλαιστής, σαμψών παλαιστής, λαμπράκης παλαιστής, 12χρονος παλαιστής