lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βουνό στα πολωνική

Λέξη:
βουνό (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (2):
góra, górski
Σχετικές λέξεις:
πολωνική βουνό, βουνό όλυμπος, βουνό των κενταύρων, βουνό τσιμποράσο, βουνό της πελοποννήσου, βουνό ονειροκρίτης, βουνό στα πολωνική, góra στα ελληνικά
βουνό στα πολωνική