lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δοσολογία στα πολωνική

Λέξη:
δοσολογία (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (3):
dawka, dawkować, doza
Σχετικές λέξεις:
πολωνική δοσολογία, δοσολογία σπιρουλίνας, δοσολογία βιταμίνης d3, δοσολογία βασιλικού πολτού, δοσολογία αρωμάτων atmos lab, δοσολογία xozal, δοσολογία στα πολωνική, dawka στα ελληνικά
δοσολογία στα πολωνική