lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μαστιγώνω στα πολωνική

Λέξη:
μαστιγώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (4):
biczować, chłostać, smagać, wychłostać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική μαστιγώνω, μαστιγώνω στα πολωνική, biczować στα ελληνικά
μαστιγώνω στα πολωνική