lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παλεύω στα πολωνική

Λέξη:
παλεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (3):
borykać, walczyć, zmagać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική παλεύω, το παλεύω, την παλεύω, παλεύω συνώνυμο, παλεύω συνώνυμα, παλεύω στα γαλλικά, παλεύω στα πολωνική, borykać στα ελληνικά
παλεύω στα πολωνική