lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παλεύω στα αγγλικά

Λέξη:
παλεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (15):
agonize, battle, combat, conflict, contend, cope, dispute, fight, grapple, militate, scramble, strive, struggle, tackle, wrestle
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά παλεύω, το παλεύω, την παλεύω, παλεύω συνώνυμο, παλεύω συνώνυμα, παλεύω στα γαλλικά, παλεύω στα αγγλικά, agonize στα ελληνικά
παλεύω στα αγγλικά