lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παλεύω στα νορβηγικά

Λέξη:
παλεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (14):
bekjempe, brottas, fekte, kjempe, overvelde, slag, slagsmål, slåss, streta, streve, strid, stride, tvist, utkjempe
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά παλεύω, το παλεύω, την παλεύω, παλεύω συνώνυμο, παλεύω συνώνυμα, παλεύω στα γαλλικά, παλεύω στα νορβηγικά, bekjempe στα ελληνικά
παλεύω στα νορβηγικά