lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ραντίζω στα πολωνική

Λέξη:
ραντίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (6):
kropić, oblewać, pokropić, polewać, pryskać, skrapiać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική ραντίζω, ραντίζω στα πολωνική, kropić στα ελληνικά
ραντίζω στα πολωνική