lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ραντίζω στα τσεχική

Λέξη:
ραντίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (15):
kropit, nakropit, nastříkat, omývat, pokropit, postříkat, smáčet, stříkat, vlhčit, zalévat, zalít, zavlažovat, zkrápět, šplouchat, šplíchat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική ραντίζω, ραντίζω στα τσεχική, kropit στα ελληνικά
ραντίζω στα τσεχική