lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θανατηφόρος στα πορτογαλικά

Λέξη:
θανατηφόρος (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (10):
desastroso, fatal, funesto, infausto, nefasto, letal, mortal, mortífero, persigna, pessoa
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά θανατηφόρος, θανατηφόροσ πυρετόσ, θανατηφόροσ μεταδοτικόσ ιόσ ύποπτοσ για το θάνατο 13χρονου στην κύπρο, θανατηφόρος συνώνυμα, θανατηφόρος πυρετός-μελίνα τανάγρη, θανατηφόρος πυρετός στίχοι, θανατηφόρος στα πορτογαλικά, desastroso στα ελληνικά
θανατηφόρος στα πορτογαλικά