lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θορυβώδης στα πορτογαλικά

Λέξη:
θορυβώδης (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (10):
clamoroso, estrepitoso, ruidoso, rumoroso, alarido, alto, furte, chilrem, escandaloso, vistoso
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά θορυβώδης, ο θορυβώδης, θορυβώδης συνώνυμα, θορυβώδης αναπνοή, θορυβώδης στα πορτογαλικά, clamoroso στα ελληνικά
θορυβώδης στα πορτογαλικά