lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θορυβώδης στα γερμανικά

Λέξη:
θορυβώδης (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (6):
geräuschvoll, lärmend, laut, rauschend, lautstark, schreiend
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά θορυβώδης, ο θορυβώδης, θορυβώδης συνώνυμα, θορυβώδης αναπνοή, θορυβώδης στα γερμανικά, geräuschvoll στα ελληνικά
θορυβώδης στα γερμανικά