lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καπνιστής στα πορτογαλικά

Λέξη:
καπνιστής (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά καπνιστής, φανατικός καπνιστής, περιστασιακός καπνιστής, παθητικός καπνιστής, μανιώδης καπνιστής, καπνιστής κρέατος, καπνιστής στα πορτογαλικά, fumador στα ελληνικά
καπνιστής στα πορτογαλικά